Σήμερα θα προσπαθήσω να ρίξω λίγο φως σε μία σκοτεινή (ή μάλλον, σκόπιμα συσκοτισμένη) περίοδο, που περιλαμβάνει τα όσα διαδραματίστηκαν λίγο πριν την άλωση της Κωνσταντινούπολης .
Ο δογματισμός της εκκλησίας και η εθνικιστική θεώρηση της ιστορίας, αυτήν την περίοδο την έχουν ισοπεδώσει και την έχουν πλάσει εκ νέου, όπως τους βολεύει φυσικά.
Έτσι, τον λάτρη του δωδεκαθέου, Γεώργιο Πλήθωνα Γεμιστό, τον παρουσιάζει σήμερα η θρησκόληπτη Δεξιά ως ... προπομπό του ελληνοχριστιανισμού (!) και επίσης ο ρόλος της εκκλησίας στο προ (αλλά και στο μετά) της Αλώσεως διάστημα έχει υποστεί τόσες αυθαίρετες ερμηνείες και έτσι σήμερα η εκκλησία (αυτο)παρουσιάζεται ως επιτελούσα ... εθνικό έργο, σε μια εποχή που ο κόσμος δεν αυτοπροσδιοριζόταν με εθνικά κριτήρια.
Στο ίδιο λάθος βέβαια πέφτουν και οι κατακρίνοντες την εκκλησία, καταλογίζοντάς της ... αντεθνική δράση εν έτει 1453 μ.Χ!
Ο τάφος του Πλήθωνα στο Ναό των Μαλατέστα (Tempio Malatestiano) στο Ρίμινι.
"Η πολιτική θεωρία του Πλήθωνα βασιζόταν σε μία νέα σύλληψη που εμφανίστηκε στην όψιμη βυζαντινή σκέψη και που αποτελούσε άμεση συνέπεια της συρρίκνωσης της αυτοκρατορίας και της συνακόλουθης παρακμής της αυτοκρατορικής ιδέας ενός οικουμενικού χριστιανικού κράτους. Κάτω από την επίδραση αυτών των νέων πολιτικών εμπειριών, ορισμένοι βυζαντινοί διανοούμενοι, ιδιαίτερα στα ελληνικά κράτη που προέκυψαν από την κατάτμηση της αυτοκρατορίας μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204, άρχισαν να ανακαλύπτουν τα στοιχεία μιας νέας συλλογικής ταυτότητας για τους ελληνόφωνους ορθόδοξους χριστιανούς, που είχαν επιζήσει ως ο πυρήνας της πολυεθνικής κοινωνίας του Βυζαντίου.
Η νέα ταυτότητα προσδιορίστηκε με βάση την ελληνική γλώσσα και την πνευματική συνάφεια που αυτοί οι όψιμοι βυζαντινοί ένιωθαν να τους συνδέει με τον κλασσικό ελληνικό πολιτισμό.
Αυτά τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά μπορούσαν να διακρίνουν στις συνειδήσεις των λογίων τους «Ρωμαίους» της Ελληνικής Ανατολής, όχι μόνον από τους ειδωλολάτρες «βαρβάρους» που ζούσαν στον Βορρά και στον Νότο της αυτοκρατορίας, αλλά και από τους χριστιανούς «βαρβάρους» της Λατινικής Δύσης, όπως και από τα μη ελληνικά φυλετικά στοιχεία της βυζαντινής κοινωνίας.
Έτσι, στα υπολείμματα του βυζαντινού κράτους, όπως στην αυτοκρατορία της Νίκαιας στη βορειοδυτική Μικρά Ασία και στο δεσποτάτο του Μιστρά στην Πελοπόννησο, κάποια σχετική εθνολογική ομοιογένεια και το πνεύμα της αντίστασης στις πιέσεις των αλλογενών εχθρών ευνόησαν την εμφάνιση, σε λόγιους κυρίους κύκλους, των πρώτων εκδηλώσεων της νέας συλλογικής συνείδησης που θα μπορούσε να εξελιχθεί ως συνείδηση ενός νεότερου ελληνικού έθνους σε μία πορεία παράλληλη με εκείνην των εθνών της Δυτικής Ευρώπης [1] .
Ακριβώς εκείνη την εποχή, μετά την κατάρρευση της μεσαιωνικής χριστιανικής κοινοπολιτείας, εμφανίστηκαν οι πρώτες τάσεις και διαμορφώθηκαν οι αρχικοί πυρήνες των μελλοντικών εθνικών κοινοτήτων στις περιοχές που επρόκειτο να εξελιχθούν αργότερα τα πρώτα ευρωπαϊκά κράτη (Βρετανία, Γαλλία και Ισπανία). Το φιλοσοφικό κίνημα του Πλήθωνα αποτελούσε ισχυρή διανοητική ένδειξη αντίστοιχων τάσεων στα ελληνικά εδάφη. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Πλήθων επέμενε ότι οι κάτοικοι των περιοχών που απάρτιζαν την όψιμη βυζαντινή αυτοκρατορία και συνέπιπταν εν μέρει με τα εδάφη του κλασσικού ελληνικού πολιτισμού, ήταν Έλληνες το γένος, όπως πιστοποιούσαν η γλώσσα τους και η εθνική τους παιδεία [2].
Οι εκδηλώσεις των απαρχών ενός νέου συναισθήματος συλλογικής ταυτότητας μεταξύ των ελληνοφώνων ορθοδόξων, οι οποίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να εκληφθούν ως ένας νεοελληνικός «πρωτο-εθνικισμός» [3], καταποντίστηκαν με την οθωμανική κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης το 1453 και την πτώση των υπόλοιπων ελεύθερων ελληνικών κρατών το 1460 (Μιστράς) και το 1461(Τραπεζούντα) στους Τούρκους.
Εκτός από τις πολιτικές, κοινωνικές και πνευματικές συνέπειες, οι οποίες αποδείχτηκαν καθοριστικές στην εξέλιξη της κοινότητας του ελληνικού γένους και του ελληνικού πολιτισμού στους αιώνες που ακολούθησαν, η οθωμανική κατάκτηση, αποκλείοντας την ελληνική κοινωνία από την δυτική Αναγέννηση, που άρχιζε τότε να συντελείται χάρη και στη συνεισφορά των φυγάδων Βυζαντινών λογίων, συνέβαλε στην επιβολή της παραδοσιακής, αυστηράς ορθόδοξης κοσμοθεωρίας στις διαμάχες που μαίνονταν στο Βυζάντιο την εποχή της Άλωσης.
Το κίνημα της φιλοσοφικής και πολιτικής ανανέωσης, που είχε την έμπνευσή του στον νεοπλατωνισμό, καθώς και η πρώτη υποδήλωση μιας ελληνικής ελληνικής ταυτότητας, προσδιορισμένης σε σχέση με τον αρχαίο ελληνισμό, εξοβελίστηκαν.
Ενδεικτικό είναι ότι τα συγγράμματα του Πλήθωνα κάηκαν τελετουργικά στην Κωνσταντινούπολη από τον φιλοσοφικό του αντίπαλο Γεώργιο Σχολάριο, ο οποίος αναδείχθηκε το 1454 ως ο πρώτος πατριάρχης μετά την Άλωση. Υπέρμαχος του αριστοτελισμού και πολέμιος της Δύσης, ο Σχολάριος, ο οποίος πήρε το όνομα Γεννάδειος μετά την ένταξή του στον κλήρο και την ανάρρησή του στον πατριαρχικό θρόνο, πρωτοστάτησε στην ανασυγκρότηση του βυζαντινού πνεύματος, το οποίο διαμόρφωσε το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινήθηκε η ελληνική σκέψη στους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας [4].
O Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής παραχωρεί τα προνόμια του Πατριαρχείου στον Πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο
Το σκήπτρο της οικουμενικότητας πέρασε από τη νικημένη αυτοκρατορία σε έναν άλλον υπερεθνικό θεσμό, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Οι Οθωμανοί κατακτητές παραχώρησαν στην ορθόδοξη Εκκλησία σημαντικά πολιτικά προνόμια αναγνωρίζοντας στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και στους επισκόπους του πολιτικές ευθύνες στη διοίκηση των υπόδουλων ορθόδοξων χριστιανικών κοινοτήτων.
Η Εκκλησία έγινε ο θεσμός που διαμεσολαβούσε μεταξύ του Σουλτάνου και των χριστιανών υπηκόων του.
Ο «βασιλεύς», μετά την κατάκτηση, παρέμεινε εκ Θεού δεδομένο στοιχείο της φυσικής τάξης των πραγμάτων, στην οποία εντάσσεται και η Εκκλησία, χωρίς όμως να είναι πλέον φορέας αγιότητας και ευσέβειας και μέτοχος της εσωτερικής ζωής της Εκκλησίας[5].
Η Οθωμανική αυτοκρατορική εξουσία, που αντικατέστησε τη νεκρή πια χριστιανική αυτοκρατορία, εξασφάλισε επιπλέον στην ορθόδοξη Εκκλησία προστασία κατά της διείσδυσης του Καθολικισμού μεταξύ του ποιμνίου της.
Η αντικαθολική στάση, που δέσποσε στην ορθόδοξη Εκκλησία ύστερα από το μεγάλο σχίσμα και παγιώθηκε μετά την Άλωση με το θρίαμβο της παράταξης των ανθενωτικών στην Κωνσταντινούπολη, διασταυρώθηκε με την καχυποψία και την εχθρότητα των Οθωμανών απέναντι στις ευρωπαϊκές δυνάμεις, που αγωνίζονταν να εμποδίσουν την παραπέρα εξάπλωσή τους και απεργάζονταν σταυροφορίες στην Ανατολή εναντίον τους.
Η σύμπτωση των πολιτικών συμφερόντων Εκκλησίας και Υψηλής Πύλης είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία κοινού μετώπου κατά της Δύσης.
Η προστασία που αυτή η συμμαχία εξασφάλισε στην Εκκλησία, τόσο απέναντι στην Καθολική θρησκευτική προπαγάνδα όσο και απέναντι στην ιδεολογική πίεση των νέων ρευμάτων της ευρωπαϊκής σκέψης, συνδυασμένη με την επίσημη ανοχή που παρείχε το ισλαμικό δίκαιο στις «θρησκείες της Βίβλου» (Ιουδαϊσμό και Χριστιανισμό), πρόσφερε βάσιμα επιχειρήματα για τη στήριξη της πολιτικής της νομιμοφροσύνης, την οποία ακολουθούσε η ορθόδοξη Εκκλησία απέναντι στο οθωμανικό κράτος [6].
Η πολιτική παράδοση που εγκαινιάστηκε από τον πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο αμέσως μετά την Άλωση [7] επανήλθε ζωντανή τρεις αιώνες αργότερα στη συνείδηση της εκκλησιαστικής ηγεσίας, όταν έδινε τη μάχη της κατά του Διαφωτισμού.
Πηγή: «Νεοελληνικός Διαφωτισμός», Π.Κιτρομηλίδης, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Παν/μιο Αθηνών, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, σελ.23-28.
Στο Οπτικοακουστικό αρχείο της ΕΡΤ (ρίξτε του μια ματιά, έχει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα) μπορείτε να δείτε μία εκπομπή με τίτλο «Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΜΙΣΤΟΣ- ΠΛΗΘΩΝ ΚΑΙ Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ»: http://www.ert-archives.gr/wpasV2/public/p01-info.aspx?titleid=0000007032&action=mInfo&mst=00:00:00:00
Το οπτικοακουστικό αρχείο της ΕΡΤ:
http://62.103.160.123/wpasV2/public/c02-arch-search.aspx
doctor
________________________________________________________________________________
[1] Πρβλ. Steven Runciman, “Byzantine and Hellene in the Fourteenth Century”, Τόμος Κωνσταντίνου Αρμενοπούλου, Θεσσαλονίκη 1952, σελ.27-31. D.M.Nicol, “The Byzantine Church and Hellenic Learning in the Fourteenth Century, Byzantinum: it’s ecclesiastical History and Relations with the Western World, London:Variorium,1972, XII. Αngelike Laiou, “From Roman to Hellene”, The Byzantine Fellowship Lectures, τχ.1, επιμ. N.M. Vaporis, Brookline, Mass.1974, σελ.13-28. Για το ιδεολογικό πλαίσιο βλ. και H.Ahreweiler, L’ideologie politique de l’Empire byzantin, Παρίσι 1975, σελ.75-128.
[2] Σύμφωνα με τον Πλήθωνα, οι έλληνες όφειλαν να δραστηριοποιήσουν εκ νέου την κληρονομιά των προγόνων τους και να αναγνωρίσουν σε αυτήν την εθνική τους ταυτότητα, αποδεσμευόμενοι από την χριστιανική παράδοση, την οποία θεωρούσε μια σκοτεινή παρένθεση χιλίων χρόνων.
"Εμείς είμαστε έλληνες στην καταγωγή, όπως το δείχνουν και η γλώσσα, και η πατροπαράδοτη παδεία" δήλωνε ο Πλήθων (Έλληνες εσμέν το γένος,ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί)..
Αξίζει να επαναλάβουμε εδώ τη σύγκριση ανάμεσα στη θέση του Πλήθωνα και στη διαμετρικά αντίθετή της, που διατυπώθηκε εκείνη την εποχή.
Ο λόγος για τη δήλωση του Γεώργιου Σχολάριου, του πρώτου οικουμενικού πατριάρχη μετά την Άλωση: "Αν και είμαι έλληνας στη γλώσσα, δεν θα έλεγα ποτέ ότι είμαι έλληνας, γιατί δεν σκέπτομαι όπως κάποτε σκεπτόταν οι έλληνες. Αντίθετα, θέλω να με αποκαλούν σύμφωνα με την πίστη μου. Κι αν με ρωτούσε κανείς τι είμαι, θα του έλεγα πως είμαι χριστιανός" (Έλλην ων τη φωνή,ουκ αν ποτέ φαίην Ελλην είναι...και ει τις εροιτο με τις ειμί αποκρίνομαι Χριστιανός είναι)." Ιστορία των Ελλήνων» εκδ.Δομή, 8ος τόμος, κεφ.«Προσλήψεις και εικόνες της Ελλάδας, σελ.470, Τόλιας Γεώργιος, Διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Κέντρου Ερευνών, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Σορβόννης»
[3] Πρβλ.S.G. Xydis, “The Medieval Origins of Modern Greek Nationalism”, Balkan Studies, 9 (1968), σελ.1-20.
[4] Βλ. Γεννάδιος Σχολάριος, Ouevrew completes, τομ.Γ’ , Παρίσι 1930, σελ.1-204 για την αντικαθολική του πολεμική ιδιαίτερα σελ.171-174, όπου αρνείται κάθε μορφή δυτικής βοήθειας, ως επιζήμιας για τα πραγματικά συμφέροντα της ορθόδοξης Ανατολής, και ο.π. τομ.Δ’, Παρίσι 1935, σελ.1-189 για την πολεμική κατά του Πλήθωνα, ως την αρμόζουσα τιμωρία για ένα έργο που υπερασπίζεται την ειδωλολατρία. Για το γενικότερο υπόβαθρο αυτών των ιδεολογικών διαμαχών την εποχή της πτώσης της βυζαντινής αυτοκρατορίας, βλ. Steven Runciman, The Fall of Constantinople: 1453, Campbridge 1965, σελ.1-21, 68-72 και Δ.Α. Ζακυθηνός «Ιδεολογικαί συγκρούσεις εις την πολιορκημένην Κωνσταντινούπολιν», Νέα Εστία, 37 (1950), σελ.794-799.
[5] Ως προς τους τρόπους της ιδεολογικής προσαρμογής της Εκκλησίας στις πραγματικότητες της κατάκτησης, καθώς και την επίγνωση των κοινωνικών ιδίως αναγκών που υπαγόρευαν τις προσαρμογές αυτές, βλ. Χρ.Γ. Πατρινέλης, «Ο Θεόδωρος Αγαλλιανός ταυτιζόμενος προς τον Θεοφάνην Μηδείας και οι ανέκδοτοι λόγοι του», Αθήνα, 1966,σελ.68-85. Η προσαρμογή στο επίπεδο της ιδεολογικής λειτουργίας των πολιτικών θεσμών αναδύεται ανάγλυφη από την προσεκτική αντιπαραβολή αντιπροσωπευτικών κειμένων της ιδεολογίας της χριστιανικής αυτοκρατορίας, όπως π.χ. της Επαναγωγής του 880 του Βασιλείου Α’ και του κειμένου του «Τόμου ζητημάτων τινών αναγκαίων, ων αι λύσεις εγένοντο παρά των αγιωτάτων και μακαριωτάτων τεσσάρων Πατριαρχών και εξεδόθησαν δοκιμασθείσαι κατά τους όρους και κανόνας της Καθολικής και Αποστολικής ανατολικής Εκκλησίας» του 1663, που κωδικοποιεί τις πολιτικές απόψεις της Εκκλησίας όπως αποκρυσταλλώθηκαν υπό την κυριαρχία του αλλόθρησκου κράτους των Οθωμανών, βλ. Καλλίνικος Δελικάνης, «Πατριαρχικών εγγράφων τόμος τρίτος», Κωνσταντινούπολη 1905, σελ.93-118 και πρβλ. Δ.Γ. Αποστολόπουλος, «Το Μέγα Νόμιμον», Αθήνα, 1978, σελ.39-58.
[6] Για την ένταξη της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο οθωμανικό θεσμικό οικοδόμημα, βλ. H.A.R. Bibb και Harold Bowen, Islamic Society and the West, London, 1957,τομ.Α’, μέρος 2, σελ.208-216, 224-225, 233-239, 249-251. Η προϊστορία αυτών των θεσμικών διευθετήσεων συνδέεται με την τουρκική κατάκτηση της Μικράς Ασίας και τη σταδιακή επιβολή ισλαμικής εξουσίας επί χριστιανικών πληθυσμών από τον ενδέκατο ως τον δέκατο πέμπτο αιώνα. Βλ. Sp.Vryonis, Jr., The Decline of Medieval Hellenism in Asia Minor and the Process of Islamization from the Eleventh through the Fifteenth Century, Barkley 1971, σελ.223-244 και passim. Για τις δημοσιονομικές πλευρές της λειτουργίας της Εκκλησίας ως θεσμού του οθωμανικού κράτους βλ. J.Kadra, Le systeme fiscal de l’ eglise orthodoxe dans l’Empire Ottoman, Brno 1969.
[7] Πρβλ. Γεννάδιος Σχολάριος, Ouevrew completes, τομ.Δ’ , σελ.211-231: Η ποιμαντορική εγκύκλιος για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου